Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιξύρητος
ἡμιοβόλιον
ἡμιόγδοον
ἡμιόδιον
ἡμιολιασμός
ἡμιολίζω
ἡμιόλιος
ἡμιόλκιον
ἡμιονάγριον
ἡμιόνειος
ἡμιονηγός
ἡμιονικός
ἡμιόνιον
ἡμιονίτης
ἡμιονῖτις
ἡμιονόκουρος
ἡμίονος
ἡμίοπλος
ἡμίοπος
ἡμίοπτος
ἡμιουγκιαῖος
View word page
ἡμιονηγός
muleteer
ShortDef
muleteer
Debugging
Headword:
ἡμιονηγός
Headword (normalized):
ἡμιονηγός
Headword (normalized/stripped):
ημιονηγος
IDX:
39950
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39951
Key:
Data
{'content': 'muleteer'}