Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίνηρος
ἡμίξεστον
ἡμίξηρος
ἡμιξύρητος
ἡμιοβόλιον
ἡμιόγδοον
ἡμιόδιον
ἡμιολιασμός
ἡμιολίζω
ἡμιόλιος
ἡμιόλκιον
ἡμιονάγριον
ἡμιόνειος
ἡμιονηγός
ἡμιονικός
ἡμιόνιον
ἡμιονίτης
ἡμιονῖτις
ἡμιονόκουρος
ἡμίονος
ἡμίοπλος
View word page
ἡμιόλκιον
half-drachm

ShortDef

half-drachm

Debugging

Headword:
ἡμιόλκιον
Headword (normalized):
ἡμιόλκιον
Headword (normalized/stripped):
ημιολκιον
IDX:
39947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39948
Key:

Data

{'content': 'half-drachm'}