Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμίμιτρον
ἡμιμναῖον
ἡμιμόδιον
ἡμιμοιριαῖος
ἡμιμοίριον
ἡμιμόχθηρος
ἡμίνα
ἡμίναυλον
ἡμίνηρος
ἡμίξεστον
ἡμίξηρος
ἡμιξύρητος
ἡμιοβόλιον
ἡμιόγδοον
ἡμιόδιον
ἡμιολιασμός
ἡμιολίζω
ἡμιόλιος
ἡμιόλκιον
ἡμιονάγριον
ἡμιόνειος
View word page
ἡμίξηρος
half-dry
ShortDef
half-dry
Debugging
Headword:
ἡμίξηρος
Headword (normalized):
ἡμίξηρος
Headword (normalized/stripped):
ημιξηρος
IDX:
39939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39940
Key:
Data
{'content': 'half-dry'}