Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιμεθής
ἡμιμείλιον
ἡμιμέριστος
ἡμίμεστος
ἡμίμηδος
ἡμιμηνιαῖος
ἡμίμιτρον
ἡμιμναῖον
ἡμιμόδιον
ἡμιμοιριαῖος
ἡμιμοίριον
ἡμιμόχθηρος
ἡμίνα
ἡμίναυλον
ἡμίνηρος
ἡμίξεστον
ἡμίξηρος
ἡμιξύρητος
ἡμιοβόλιον
ἡμιόγδοον
ἡμιόδιον
View word page
ἡμιμοίριον
half a part

ShortDef

half a part

Debugging

Headword:
ἡμιμοίριον
Headword (normalized):
ἡμιμοίριον
Headword (normalized/stripped):
ημιμοιριον
IDX:
39933
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39934
Key:

Data

{'content': 'half a part'}