Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίλιτρον
ἡμίλουτος
ἡμιλοχία
ἡμιλοχίτης
ἡμιμαθής
ἡμιμανής
ἡμιμάραντος
ἡμιμάσητος
ἡμιμέγιστον
ἡμιμέδιμνον
ἡμιμεθής
ἡμιμείλιον
ἡμιμέριστος
ἡμίμεστος
ἡμίμηδος
ἡμιμηνιαῖος
ἡμίμιτρον
ἡμιμναῖον
ἡμιμόδιον
ἡμιμοιριαῖος
ἡμιμοίριον
View word page
ἡμιμεθής
half-drunk

ShortDef

half-drunk

Debugging

Headword:
ἡμιμεθής
Headword (normalized):
ἡμιμεθής
Headword (normalized/stripped):
ημιμεθης
IDX:
39923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39924
Key:

Data

{'content': 'half-drunk'}