Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίκυνες
ἡμίκυπρον
ἡμικώνιον
ἡμίκῳον
ἡμίλαγος
ἡμίλαμπρος
ἡμιλάσταυρος
ἡμιλέπιστος
ἡμίλεπτος
ἡμίλευκος
ἡμιλιτριαῖος
ἡμιλίτριον
ἡμίλιτρον
ἡμίλουτος
ἡμιλοχία
ἡμιλοχίτης
ἡμιμαθής
ἡμιμανής
ἡμιμάραντος
ἡμιμάσητος
ἡμιμέγιστον
View word page
ἡμιλιτριαῖος
weighing half a pound

ShortDef

weighing half a pound

Debugging

Headword:
ἡμιλιτριαῖος
Headword (normalized):
ἡμιλιτριαῖος
Headword (normalized/stripped):
ημιλιτριαιος
IDX:
39911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39912
Key:

Data

{'content': 'weighing half a pound'}