Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίκλαστος
ἡμίκλειστος
ἡμικλήριον
ἡμικλίβανος
ἡμίκλινον
ἡμικόγγιον
ἡμίκοπος
ἡμικόριον
ἡμικόσμιον
ἡμικοτύλη
ἡμικοτυλίειος
ἡμικοτύλιον
ἡμίκουρος
ἡμικραής
ἡμίκραιρα
ἡμικρανία
ἡμικρανικός
ἡμικύαθος
ἡμικύκλιον
ἡμικύκλιος
ἡμικυκλιώδης
View word page
ἡμικοτυλίειος
holding half a κοτύλη

ShortDef

holding half a κοτύλη

Debugging

Headword:
ἡμικοτυλίειος
Headword (normalized):
ἡμικοτυλίειος
Headword (normalized/stripped):
ημικοτυλιειος
IDX:
39888
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39889
Key:

Data

{'content': 'holding half a κοτύλη'}