Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίθραυστος
ἡμιθωράκιον
ἡμιϊουδαῖος
ἡμικάδιον
ἡμίκακος
ἡμικαλάθιον
ἡμίκαυστος
ἡμίκενος
ἡμίκεντρος
ἡμικεραμία
ἡμικεραύνιος
ἡμικεφάλιον
ἡμικίριον
ἡμικλάδευτος
ἡμίκλαστος
ἡμίκλειστος
ἡμικλήριον
ἡμικλίβανος
ἡμίκλινον
ἡμικόγγιον
ἡμίκοπος
View word page
ἡμικεραύνιος
bandage

ShortDef

bandage

Debugging

Headword:
ἡμικεραύνιος
Headword (normalized):
ἡμικεραύνιος
Headword (normalized/stripped):
ημικεραυνιος
IDX:
39874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39875
Key:

Data

{'content': 'bandage'}