Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίθηρ
ἡμιθῆτα
ἡμιθνής
ἡμίθνητος
ἡμίθραυστος
ἡμιθωράκιον
ἡμιϊουδαῖος
ἡμικάδιον
ἡμίκακος
ἡμικαλάθιον
ἡμίκαυστος
ἡμίκενος
ἡμίκεντρος
ἡμικεραμία
ἡμικεραύνιος
ἡμικεφάλιον
ἡμικίριον
ἡμικλάδευτος
ἡμίκλαστος
ἡμίκλειστος
ἡμικλήριον
View word page
ἡμίκαυστος
half-burnt

ShortDef

half-burnt

Debugging

Headword:
ἡμίκαυστος
Headword (normalized):
ἡμίκαυστος
Headword (normalized/stripped):
ημικαυστος
IDX:
39870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39871
Key:

Data

{'content': 'half-burnt'}