Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίθηλυς
ἡμίθηρ
ἡμιθῆτα
ἡμιθνής
ἡμίθνητος
ἡμίθραυστος
ἡμιθωράκιον
ἡμιϊουδαῖος
ἡμικάδιον
ἡμίκακος
ἡμικαλάθιον
ἡμίκαυστος
ἡμίκενος
ἡμίκεντρος
ἡμικεραμία
ἡμικεραύνιος
ἡμικεφάλιον
ἡμικίριον
ἡμικλάδευτος
ἡμίκλαστος
ἡμίκλειστος
View word page
ἡμικαλάθιον
half a basket

ShortDef

half a basket

Debugging

Headword:
ἡμικαλάθιον
Headword (normalized):
ἡμικαλάθιον
Headword (normalized/stripped):
ημικαλαθιον
IDX:
39869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39870
Key:

Data

{'content': 'half a basket'}