Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμίεκτον
ἡμιεκφανής
ἡμιέλλην
ἡμιεπές
ἡμιέργαστος
ἡμιεργής
ἡμίεργος
ἡμιέτης
ἡμίεφθος
ἡμιζύγιος
ἡμίζως
ἡμιθαλής
ἡμιθανής
ἡμιθέα
ἡμιθέαινα
ἡμίθεος
ἡμίθηλυς
ἡμίθηρ
ἡμιθῆτα
ἡμιθνής
ἡμίθνητος
View word page
ἡμίζως
half-alive

ShortDef

half-alive

Debugging

Headword:
ἡμίζως
Headword (normalized):
ἡμίζως
Headword (normalized/stripped):
ημιζως
IDX:
39853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39854
Key:

Data

{'content': 'half-alive'}