Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμιδαρεικόν
ἡμιδεής
ἡμίδελτα
ἡμιδέξιον
ἡμιδιπλοΐδιον
ἡμιδουλεία
ἡμίδουλος
ἡμίδραχμον
ἡμίειλος
ἡμιέκτεων
ἡμίεκτον
ἡμιεκφανής
ἡμιέλλην
ἡμιεπές
ἡμιέργαστος
ἡμιεργής
ἡμίεργος
ἡμιέτης
ἡμίεφθος
ἡμιζύγιος
ἡμίζως
View word page
ἡμίεκτον
a half-ἑκτεύς, half of a sixth of a medimnus
ShortDef
a half-ἑκτεύς, half of a sixth of a medimnus
Debugging
Headword:
ἡμίεκτον
Headword (normalized):
ἡμίεκτον
Headword (normalized/stripped):
ημιεκτον
IDX:
39843
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39844
Key:
Data
{'content': 'a half-ἑκτεύς, half of a sixth of a medimnus'}