Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμίγυμνος
ἡμιγύναιξ
ἡμιδαής
ἡμιδάϊκτος
ἡμιδακτυλιαῖος
ἡμιδακτύλιον
ἡμιδαμής
ἡμιδανάκη
ἡμιδαρεικόν
ἡμιδεής
ἡμίδελτα
ἡμιδέξιον
ἡμιδιπλοΐδιον
ἡμιδουλεία
ἡμίδουλος
ἡμίδραχμον
ἡμίειλος
ἡμιέκτεων
ἡμίεκτον
ἡμιεκφανής
ἡμιέλλην
View word page
ἡμίδελτα
half-delta
ShortDef
half-delta
Debugging
Headword:
ἡμίδελτα
Headword (normalized):
ἡμίδελτα
Headword (normalized/stripped):
ημιδελτα
IDX:
39835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39836
Key:
Data
{'content': 'half-delta'}