Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡμιαμβεῖον
ἡμιαμβικός
ἡμιαμφόριον
ἡμίανδρος
ἡμιάνθρωπος
ἡμιαρούριον
ἡμιαρτάβιον
ἡμιάρταβος
ἡμιάρτιον
ἡμιασσάριον
ἡμιάστατον
ἡμιαστραγάλιον
ἡμιβάρβαρος
ἡμιβαφής
ἡμίβιος
ἡμιβραχής
ἡμίβραχυς
ἡμίβροτος
ἡμίβρωτος
ἡμίγαμος
ἡμιγένειος
View word page
ἡμιάστατον
the half-indefinite

ShortDef

the half-indefinite

Debugging

Headword:
ἡμιάστατον
Headword (normalized):
ἡμιάστατον
Headword (normalized/stripped):
ημιαστατον
IDX:
39812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39813
Key:

Data

{'content': 'the half-indefinite'}