Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλλοτριονομέω
ἀλλοτριοπραγέω
ἀλλοτριοπραγία
ἀλλοτριοπραγμοσύνη
ἀλλοτριοπράγμων
ἀλλότριος
ἀλλοτριότης
ἀλλοτριοφαγέω
ἀλλοτριοφάγος
ἀλλοτριοφρονέω
ἀλλοτριόχρως
ἀλλοτριόχωρος
ἀλλοτριόω
ἀλλοτρίωσις
ἀλλότροπος
ἀλλοτύπωτος
ἀλλοφανής
ἀλλοφάσσω
ἀλλόφατος
ἄλλοφος
ἀλλοφρήτωρ
View word page
ἀλλοτριόχρως
changing colour

ShortDef

changing colour

Debugging

Headword:
ἀλλοτριόχρως
Headword (normalized):
ἀλλοτριόχρως
Headword (normalized/stripped):
αλλοτριοχρως
IDX:
3978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3979
Key:

Data

{'content': 'changing colour'}