Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡμέριος
ἡμερίς
ἡμέροας
ἡμερόβιος
ἡμερογράφος
ἡμεροδανειστής
ἡμερόδοτος
ἡμεροδρομέω
ἡμεροδρόμιον
ἡμεροδρόμος
ἡμερόδρυς
ἡμεροειδής
ἡμεροθαλλής
ἡμεροθηρικός
ἡμεροκαλλές
ἡμεροκλέπτης
ἡμερόκοιτος
ἡμερολεγδόν
ἡμερολογέω
ἡμερολόγιον
ἡμερομαντεία
View word page
ἡμερόδρυς
nut-gall oak, Quercus infectoria
ShortDef
nut-gall oak, Quercus infectoria
Debugging
Headword:
ἡμερόδρυς
Headword (normalized):
ἡμερόδρυς
Headword (normalized/stripped):
ημεροδρυς
IDX:
39764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39765
Key:
Data
{'content': 'nut-gall oak, Quercus infectoria'}