Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἠλύσιος
ἤλυσις
Ἠλώνη
ἡλωτός
ἧμα
Ἠμαθίη
Ἠμαθίων
ἠμαθόεις
ἧμαι
ἤμαιθον
ἦμαρ
ἡμαρτημένως
ἠμάτιος
ἡμεδαπός
ἠμελημένως
ἠμέν
ἡμέρα
ἡμεραῖος
ἡμεράλωψ
ἡμέρευσις
ἡμερεύω
View word page
ἦμαρ
day

ShortDef

day

Debugging

Headword:
ἦμαρ
Headword (normalized):
ἦμαρ
Headword (normalized/stripped):
ημαρ
IDX:
39738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39739
Key:

Data

{'content': 'day'}