Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡλιόκτυπος
ἡλιομανής
ἡλιομαντεία
ἡλιόμορφος
ἡλιόομαι
ἡλιοπάλιος
ἡλιόπεπτος
ἡλιοπλήξ
ἥλιος
ἡλιοσέληνος
ἡλιοσκόπιος
ἡλιοστασία
ἡλιοστερής
ἡλιοστιβής
ἡλιοτρόπιον
ἡλιοῦχος
ἡλιοφεγγής
Ἠλίς
Ἦλις
ἡλίσκος
ἠλιτενής
View word page
ἡλιοσκόπιος
looking to the sun

ShortDef

looking to the sun

Debugging

Headword:
ἡλιοσκόπιος
Headword (normalized):
ἡλιοσκόπιος
Headword (normalized/stripped):
ηλιοσκοπιος
IDX:
39690
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39691
Key:

Data

{'content': 'looking to the sun'}