Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠλεκτρόομαι
ἠλεκτροφαής
ἠλεκτροφόρος
Ἠλεκτρύων
Ἠλεκτρυώνη
ἠλεκτρώδης
ἠλέκτωρ
ἠλέματος
ἠλεός
Ἡλιάδης
ἡλιάζομαι
ἡλιάζω
Ἡλιαῖα
ἡλιαία
Ἠλιακός
ἡλιακός
ἡλιανθές
Ἠλίας
ἡλιάς
ἡλίασις
ἡλίασις2
View word page
ἡλιάζομαι
to sit in the court Ἡλιαία, be a Heliast

ShortDef

to sit in the court Ἡλιαία, be a Heliast

Debugging

Headword:
ἡλιάζομαι
Headword (normalized):
ἡλιάζομαι
Headword (normalized/stripped):
ηλιαζομαι
IDX:
39629
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39630
Key:

Data

{'content': 'to sit in the court Ἡλιαία, be a Heliast'}