Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠλεκτρίς
ἤλεκτρον
ἠλεκτρόομαι
ἠλεκτροφαής
ἠλεκτροφόρος
Ἠλεκτρύων
Ἠλεκτρυώνη
ἠλεκτρώδης
ἠλέκτωρ
ἠλέματος
ἠλεός
Ἡλιάδης
ἡλιάζομαι
ἡλιάζω
Ἡλιαῖα
ἡλιαία
Ἠλιακός
ἡλιακός
ἡλιανθές
Ἠλίας
ἡλιάς
View word page
ἠλεός
astray, distraught, crazed

ShortDef

astray, distraught, crazed

Debugging

Headword:
ἠλεός
Headword (normalized):
ἠλεός
Headword (normalized/stripped):
ηλεος
IDX:
39627
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39628
Key:

Data

{'content': 'astray, distraught, crazed'}