Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠλάσκω
Ἠλειακός
Ἠλείας
Ἠλεῖοι
Ἠλεῖος
Ἠλέκτρα
ἠλέκτρινος
ἠλεκτρίς
ἤλεκτρον
ἠλεκτρόομαι
ἠλεκτροφαής
ἠλεκτροφόρος
Ἠλεκτρύων
Ἠλεκτρυώνη
ἠλεκτρώδης
ἠλέκτωρ
ἠλέματος
ἠλεός
Ἡλιάδης
ἡλιάζομαι
ἡλιάζω
View word page
ἠλεκτροφαής
amber-gleaming

ShortDef

amber-gleaming

Debugging

Headword:
ἠλεκτροφαής
Headword (normalized):
ἠλεκτροφαής
Headword (normalized/stripped):
ηλεκτροφαης
IDX:
39620
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39621
Key:

Data

{'content': 'amber-gleaming'}