Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἠθογράφος
ἠθολογέω
ἠθολογία
ἠθοποιέω
ἠθοποιητικός
ἠθοποιία
ἠθοποιός
ἦθος
ἤια
ἤϊα
ἠίθεος
ἠϊόεις
Ἠϊόνες
Ἠϊονεύς
ἤϊος
ἠϊόω
Ἠϊών
ἠϊών
ἦκα
ἤκεστος
ἠκή
View word page
ἠίθεος
(unmarried) youth
ShortDef
(unmarried) youth
Debugging
Headword:
ἠίθεος
Headword (normalized):
ἠίθεος
Headword (normalized/stripped):
ηιθεος
IDX:
39588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39589
Key:
Data
{'content': '(unmarried) youth'}