Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἠεροφεγγής
ἠεροφοῖτις
ἠερόφοιτος
ἠερόφωνος
Ἠετίων
Ἠετιωνεία
ἠθαλέος
ἠθάς
ἠθεῖος
ἠθέω
ἤθημα
ἤθησις
ἠθητικός
ἠθικεύομαι
ἠθικός
ἠθμοειδής
ἡθμός
ἠθογραφέω
ἠθογράφος
ἠθολογέω
ἠθολογία
View word page
ἤθημα
that which is sifted
ShortDef
that which is sifted
Debugging
Headword:
ἤθημα
Headword (normalized):
ἤθημα
Headword (normalized/stripped):
ηθημα
IDX:
39570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39571
Key:
Data
{'content': 'that which is sifted'}