Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἠερόμικτος
ἠερόμορφος
ἠερόπλαγκτος
ἠεροφεγγής
ἠεροφοῖτις
ἠερόφοιτος
ἠερόφωνος
Ἠετίων
Ἠετιωνεία
ἠθαλέος
ἠθάς
ἠθεῖος
ἠθέω
ἤθημα
ἤθησις
ἠθητικός
ἠθικεύομαι
ἠθικός
ἠθμοειδής
ἡθμός
ἠθογραφέω
View word page
ἠθάς
accustomed to a thing

ShortDef

accustomed to a thing

Debugging

Headword:
ἠθάς
Headword (normalized):
ἠθάς
Headword (normalized/stripped):
ηθας
IDX:
39567
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39568
Key:

Data

{'content': 'accustomed to a thing'}