Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡδύφθογγος
ἡδύφρων
ἡδυφωνία
ἡδύφωνος
ἡδυχαρής
ἡδύχροος
Ἠδωνικός
Ἠδωνός
ἠέ
ἠερέθομαι
ἠέριος
ἠεροδίνης
ἠεροειδής
ἠερόεις
ἠερόθεν
ἠερομήκης
ἠερόμικτος
ἠερόμορφος
ἠερόπλαγκτος
ἠεροφεγγής
ἠεροφοῖτις
View word page
ἠέριος
early, with early morn

ShortDef

early, with early morn

Debugging

Headword:
ἠέριος
Headword (normalized):
ἠέριος
Headword (normalized/stripped):
ηεριος
IDX:
39551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39552
Key:

Data

{'content': 'early, with early morn'}