Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλλοιωτικός
ἀλλοιωτός
ἀλλοκοτία
ἀλλόκοτος
ἅλλομαι
ἀλλομορφέω
ἀλλόμορφος
ἀλλοπάθεια
ἀλλοπαθής
ἀλλοποιός
ἀλλοπρόσαλλος
ἆλλος
ἄλλος
ἄλλοσε
ἄλλοτε
ἀλλοτέρμων
ἀλλότης
ἀλλοτριάζω
ἀλλοτριεπίσκοπος
ἀλλοτριόγνωμος
ἀλλοτριοεπίσκοπος
View word page
ἀλλοπρόσαλλος
leaning first to one side, then to the other
ShortDef
leaning first to one side, then to the other
Debugging
Headword:
ἀλλοπρόσαλλος
Headword (normalized):
ἀλλοπρόσαλλος
Headword (normalized/stripped):
αλλοπροσαλλος
IDX:
3954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3955
Key:
Data
{'content': 'leaning first to one side, then to the other'}