Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡδυσώματος
ἡδύτης
ἡδυτόκος
ἡδυφαής
ἡδυφάρυγξ
ἡδύφθογγος
ἡδύφρων
ἡδυφωνία
ἡδύφωνος
ἡδυχαρής
ἡδύχροος
Ἠδωνικός
Ἠδωνός
ἠέ
ἠερέθομαι
ἠέριος
ἠεροδίνης
ἠεροειδής
ἠερόεις
ἠερόθεν
ἠερομήκης
View word page
ἡδύχροος
of sweet complexion

ShortDef

of sweet complexion

Debugging

Headword:
ἡδύχροος
Headword (normalized):
ἡδύχροος
Headword (normalized/stripped):
ηδυχροος
IDX:
39546
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39547
Key:

Data

{'content': 'of sweet complexion'}