Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡδυσμός
ἡδύστομος
ἡδυσώματος
ἡδύτης
ἡδυτόκος
ἡδυφαής
ἡδυφάρυγξ
ἡδύφθογγος
ἡδύφρων
ἡδυφωνία
ἡδύφωνος
ἡδυχαρής
ἡδύχροος
Ἠδωνικός
Ἠδωνός
ἠέ
ἠερέθομαι
ἠέριος
ἠεροδίνης
ἠεροειδής
ἠερόεις
View word page
ἡδύφωνος
sweet-voiced

ShortDef

sweet-voiced

Debugging

Headword:
ἡδύφωνος
Headword (normalized):
ἡδύφωνος
Headword (normalized/stripped):
ηδυφωνος
IDX:
39544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39545
Key:

Data

{'content': 'sweet-voiced'}