Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡδυπότις
ἡδύποτος
ἡδυπρόσωπος
ἡδύς
ἡδύσαρον
ἥδυσμα
ἡδυσματοθήκη
ἡδυσματόληρος
ἡδυσμός
ἡδύστομος
ἡδυσώματος
ἡδύτης
ἡδυτόκος
ἡδυφαής
ἡδυφάρυγξ
ἡδύφθογγος
ἡδύφρων
ἡδυφωνία
ἡδύφωνος
ἡδυχαρής
ἡδύχροος
View word page
ἡδυσώματος
of sweet form

ShortDef

of sweet form

Debugging

Headword:
ἡδυσώματος
Headword (normalized):
ἡδυσώματος
Headword (normalized/stripped):
ηδυσωματος
IDX:
39536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39537
Key:

Data

{'content': 'of sweet form'}