Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἡδυντέον
ἡδυντήρ
ἡδυντήριος
ἡδυντικός
ἡδυντός
ἡδύνω
ἡδυοινία
ἡδύοινος
ἡδυόνειρος
ἡδύοσμον
ἡδύοσμος
ἡδυόφθαλμος
ἡδυπάθεια
ἡδυπαθέω
ἡδυπάθημα
ἡδυπαθής
ἡδυπνοΐς
ἡδύπνοος
ἡδύπολις
ἡδυπότης
ἡδυπότις
View word page
ἡδύοσμος
sweet-smelling, fragrant

ShortDef

sweet-smelling, fragrant

Debugging

Headword:
ἡδύοσμος
Headword (normalized):
ἡδύοσμος
Headword (normalized/stripped):
ηδυοσμος
IDX:
39516
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39517
Key:

Data

{'content': 'sweet-smelling, fragrant'}