Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁγεμονεύω
ἁγεμών
ἀγενεαλόγητος
ἀγένεια
ἀγένειος
ἀγενής
ἀγενησία
ἀγένητος
ἀγέννεια
ἀγεννής
ἀγεννησία
ἀγέννητος
ἀγεννίζω
ἁγέομαι
ἀγέραστος
ἀγερμός
ἀγερσικύβηλις
ἄγερσις
ἀγέρτης
ἀγερωχία
ἀγέρωχος
View word page
ἀγεννησία
uncreatedness

ShortDef

uncreatedness

Debugging

Headword:
ἀγεννησία
Headword (normalized):
ἀγεννησία
Headword (normalized/stripped):
αγεννησια
IDX:
394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-395
Key:

Data

{'content': 'uncreatedness'}