Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡδυεπής
ἡδύθροος
ἡδύκαρπος
ἡδυκρέως
Ἡδύλειος
ἡδυλίζω
ἡδυλισμός
ἡδυλογέω
ἡδυλογία
ἡδύλογος
Ἡδύλος
ἡδυλύρης
ἡδυμανής
ἡδυμέλεια
ἡδυμελής
ἡδυμελίφθογγος
ἡδυμιγής
ἥδυμος
ἡδυντέον
ἡδυντήρ
ἡδυντήριος
View word page
Ἡδύλος
Hedylus
ShortDef
Hedylus
Debugging
Headword:
Ἡδύλος
Headword (normalized):
ἡδύλος
Headword (normalized/stripped):
ηδυλος
IDX:
39498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39499
Key:
Data
{'content': 'Hedylus'}