Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλλοιότης
ἀλλοιοτροπέω
ἀλλοιόχροος
ἀλλοιόω
ἀλλοιώδης
ἀλλοιωπός
ἀλλοίωσις
ἀλλοιωτικός
ἀλλοιωτός
ἀλλοκοτία
ἀλλόκοτος
ἅλλομαι
ἀλλομορφέω
ἀλλόμορφος
ἀλλοπάθεια
ἀλλοπαθής
ἀλλοποιός
ἀλλοπρόσαλλος
ἆλλος
ἄλλος
ἄλλοσε
View word page
ἀλλόκοτος
of unusual nature
ShortDef
of unusual nature
Debugging
Headword:
ἀλλόκοτος
Headword (normalized):
ἀλλόκοτος
Headword (normalized/stripped):
αλλοκοτος
IDX:
3947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3948
Key:
Data
{'content': 'of unusual nature'}