Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἡγητηρία
ἡγητής
ἡγητικός
ἡγήτωρ
Ἡγίας
ἡγιασμένως
ἠγμένως
ἡγνευμένως
ἤγουν
ἥγπληκτος
ἠδέ
ἠδελφισμένως
ἤδη
ἥδομαι
ἡδομένως
ἡδονή
ἡδονικός
ἡδονοκρασία
ἦδος
ἧδος
ἡδύβιος
View word page
ἠδέ
and
ShortDef
and
Debugging
Headword:
ἠδέ
Headword (normalized):
ἠδέ
Headword (normalized/stripped):
ηδε
IDX:
39470
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39471
Key:
Data
{'content': 'and'}