Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ζωηρός
ζωητός
ζωηφόρος
ζωθάλμιος
ζωθαλπής
ζωθήκη
ζωϊκός
ζῶμα
ζώμευμα
ζωμεύω
ζωμήρυσις
ζωμίδιον
ζωμοποιέω
ζωμοποιός
ζωμός
ζωμοτάριχος
ζώνα
ζώνη
ζωνιαῖος
ζώνιον
ζωνιοπλόκος
View word page
ζωμήρυσις
a soup-ladle
ShortDef
a soup-ladle
Debugging
Headword:
ζωμήρυσις
Headword (normalized):
ζωμήρυσις
Headword (normalized/stripped):
ζωμηρυσις
IDX:
39316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39317
Key:
Data
{'content': 'a soup-ladle'}