Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζῳδιοφόρος
ζῴειος
ζωή
ζῳηδόν
ζωηρός
ζωητός
ζωηφόρος
ζωθάλμιος
ζωθαλπής
ζωθήκη
ζωϊκός
ζῶμα
ζώμευμα
ζωμεύω
ζωμήρυσις
ζωμίδιον
ζωμοποιέω
ζωμοποιός
ζωμός
ζωμοτάριχος
ζώνα
View word page
ζωϊκός
of or proper to animals

ShortDef

of or proper to animals

Debugging

Headword:
ζωϊκός
Headword (normalized):
ζωϊκός
Headword (normalized/stripped):
ζωικος
IDX:
39312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39313
Key:

Data

{'content': 'of or proper to animals'}