Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζυγόσταθμος
ζυγοστασία
ζυγοστάσιον
ζυγοστατέω
ζυγοστάτημα
ζυγοστάτης
ζυγόταυρον
ζυγοτράχηλον
ζυγοτρυτάνη
ζυγουλκός
ζυγοφορέω
ζυγοφόρος
ζυγόω
ζύγρα
ζυγωθρίζω
ζύγωμα
ζύγωσις
ζυγωτός
ζυθοπώλης
ζῦθος
ζύμη
View word page
ζυγοφορέω
weigh

ShortDef

weigh

Debugging

Headword:
ζυγοφορέω
Headword (normalized):
ζυγοφορέω
Headword (normalized/stripped):
ζυγοφορεω
IDX:
39241
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39242
Key:

Data

{'content': 'weigh'}