Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζευγοτρόφος
ζευγοφορέομαι
ζευγῶχος
ζευκτήρ
ζευκτήριος
ζευκτής
ζευκτός
ζευξίγαμος
Ζευξίδαμος
ζευξίλεως
ζεύξιππος
ζεῦξις
Ζεῦξις
Ζευξώ
Ζεύς
ζεφυρηΐς
ζεφυρίη
Ζεφυρίη
Ζεφύριος
Ζέφυρος
ζέω
View word page
ζεύξιππος
desultor, junctor

ShortDef

desultor, junctor

Debugging

Headword:
ζεύξιππος
Headword (normalized):
ζεύξιππος
Headword (normalized/stripped):
ζευξιππος
IDX:
39124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39125
Key:

Data

{'content': 'desultor, junctor'}