Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζευγίσιον
ζευγίτης
ζεύγλα
ζεύγλη
ζεῦγμα
ζευγματικόν
ζεύγνυμι
ζευγοποιία
ζεῦγος
ζευγοτροφέω
ζευγοτρόφος
ζευγοφορέομαι
ζευγῶχος
ζευκτήρ
ζευκτήριος
ζευκτής
ζευκτός
ζευξίγαμος
Ζευξίδαμος
ζευξίλεως
ζεύξιππος
View word page
ζευγοτρόφος
keeping a yoke of beasts

ShortDef

keeping a yoke of beasts

Debugging

Headword:
ζευγοτρόφος
Headword (normalized):
ζευγοτρόφος
Headword (normalized/stripped):
ζευγοτροφος
IDX:
39114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39115
Key:

Data

{'content': 'keeping a yoke of beasts'}