Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ζεστός
ζεστότης
ζευγάριον
ζευγηλασία
ζευγηλατέω
ζευγηλάτης
ζευγίζω
ζευγίς
ζευγίσιον
ζευγίτης
ζεύγλα
ζεύγλη
ζεῦγμα
ζευγματικόν
ζεύγνυμι
ζευγοποιία
ζεῦγος
ζευγοτροφέω
ζευγοτρόφος
ζευγοφορέομαι
ζευγῶχος
View word page
ζεύγλα
yoke strap
ShortDef
yoke strap
Debugging
Headword:
ζεύγλα
Headword (normalized):
ζεύγλα
Headword (normalized/stripped):
ζευγλα
IDX:
39106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39107
Key:
Data
{'content': 'yoke strap'}