Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ζεόπυρον
ζεσελαιοπαγής
ζέσις
ζεστάκρατα
ζεστολουσία
ζεστός
ζεστότης
ζευγάριον
ζευγηλασία
ζευγηλατέω
ζευγηλάτης
ζευγίζω
ζευγίς
ζευγίσιον
ζευγίτης
ζεύγλα
ζεύγλη
ζεῦγμα
ζευγματικόν
ζεύγνυμι
ζευγοποιία
View word page
ζευγηλάτης
the driver of a yoke of oxen, teamster
ShortDef
the driver of a yoke of oxen, teamster
Debugging
Headword:
ζευγηλάτης
Headword (normalized):
ζευγηλάτης
Headword (normalized/stripped):
ζευγηλατης
IDX:
39101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39102
Key:
Data
{'content': 'the driver of a yoke of oxen, teamster'}