Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ζέλεια
Ζελείτης
ζέμα
ζεοποίιον
ζεόπυρον
ζεσελαιοπαγής
ζέσις
ζεστάκρατα
ζεστολουσία
ζεστός
ζεστότης
ζευγάριον
ζευγηλασία
ζευγηλατέω
ζευγηλάτης
ζευγίζω
ζευγίς
ζευγίσιον
ζευγίτης
ζεύγλα
ζεύγλη
View word page
ζεστότης
heat

ShortDef

heat

Debugging

Headword:
ζεστότης
Headword (normalized):
ζεστότης
Headword (normalized/stripped):
ζεστοτης
IDX:
39097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39098
Key:

Data

{'content': 'heat'}