Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζειαί
ζείδωρος
ζειρά
ζειρατείς
ζειροφόρος
ζεκαμναία
Ζέλεια
Ζελείτης
ζέμα
ζεοποίιον
ζεόπυρον
ζεσελαιοπαγής
ζέσις
ζεστάκρατα
ζεστολουσία
ζεστός
ζεστότης
ζευγάριον
ζευγηλασία
ζευγηλατέω
ζευγηλάτης
View word page
ζεόπυρον
Triticum monococcum

ShortDef

Triticum monococcum

Debugging

Headword:
ζεόπυρον
Headword (normalized):
ζεόπυρον
Headword (normalized/stripped):
ζεοπυρον
IDX:
39091
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39092
Key:

Data

{'content': 'Triticum monococcum'}