Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζαυκίτροφος
ζαφλεγής
ζαφόρος
ζαχρειής
ζαχρεῖος
ζαχρηής
ζάχρυσος
ζάψ
ζάω
ζε
ζέα
ζεγέριες
ζειά
ζειαί
ζείδωρος
ζειρά
ζειρατείς
ζειροφόρος
ζεκαμναία
Ζέλεια
Ζελείτης
View word page
ζέα
the roof of a horse's mouth

ShortDef

the roof of a horse's mouth

Debugging

Headword:
ζέα
Headword (normalized):
ζέα
Headword (normalized/stripped):
ζεα
IDX:
39078
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39079
Key:

Data

{'content': "the roof of a horse's mouth"}