Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ζάπυρος
ζατρεφής
ζατρίκιον
ζαυκίτροφος
ζαφλεγής
ζαφόρος
ζαχρειής
ζαχρεῖος
ζαχρηής
ζάχρυσος
ζάψ
ζάω
ζε
ζέα
ζεγέριες
ζειά
ζειαί
ζείδωρος
ζειρά
ζειρατείς
ζειροφόρος
View word page
ζάψ
surf

ShortDef

surf

Debugging

Headword:
ζάψ
Headword (normalized):
ζάψ
Headword (normalized/stripped):
ζαψ
IDX:
39075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39076
Key:

Data

{'content': 'surf'}