Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλληλοφαγία
ἀλληλοφάγοι
ἀλληλοφάγος
ἀλληλοφθονία
ἀλληλοφθορία
ἀλληλοφθόρος
ἀλληλοφιλέω
ἀλληλόφιλοι
ἀλληλοφονία
ἀλληλοφόνοι
ἀλληλοφυής
ἀλλήλων
ἄλλην
ἄλλην2
ἀλλήναλλος
ἄλλιξ
ἄλλιστος
ἀλλιτάνευτος
ἄλλιτος
ἀλλογενής
ἀλλογλωσσία
View word page
ἀλληλοφυής
grown out of one another

ShortDef

grown out of one another

Debugging

Headword:
ἀλληλοφυής
Headword (normalized):
ἀλληλοφυής
Headword (normalized/stripped):
αλληλοφυης
IDX:
3902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3903
Key:

Data

{'content': 'grown out of one another'}