Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑψητός
ἑψία
ἑψιάομαι
ἑψικός
ἐψιλωμένως
ἐψιμυθισμένως
ἑψόπωλις
ἕψω
ἕωθεν
ἑωθινός
ἑώϊος
ἑωλίζω
ἑωλισμός
ἑωλοκρασία
ἕωλος
ἕωμεν
ἑῷος
ἐώρα
ἕως
ἕωσπερ
ἑωσφόρος
View word page
ἑώϊος
eastern

ShortDef

eastern

Debugging

Headword:
ἑώϊος
Headword (normalized):
ἑώϊος
Headword (normalized/stripped):
εωιος
IDX:
39013
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-39014
Key:

Data

{'content': 'eastern'}