Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐχθίζομαι
ἔχθιστος
ἐχθίων
ἐχθοδαπός
ἐχθοδοπέω
ἐχθοδοπός
ἔχθοι
ἔχθομαι
ἔχθος
ἐχθός
ἐχθόσδικος
ἔχθρα
ἐχθραίνω
ἐχθρεύω
ἐχθρικός
ἐχθροδαίμων
ἐχθρολέων
ἐχθρόξενος
ἐχθροποιέω
ἐχθροποιός
ἐχθρός
View word page
ἐχθόσδικος
with a foreigner

ShortDef

with a foreigner

Debugging

Headword:
ἐχθόσδικος
Headword (normalized):
ἐχθόσδικος
Headword (normalized/stripped):
εχθοσδικος
IDX:
38939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38940
Key:

Data

{'content': 'with a foreigner'}