Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐφορμέω
ἐφορμή
ἐφόρμησις
ἐφόρμησις2
ἐφορμητικός
ἐφορμίζω
ἔφορμος
ἔφορμος2
ἔφορος
Ἔφορος
Ἐφραίμ
ἐφυβρίζω
ἐφυβριστήρ
ἐφυβριστής
ἐφύβριστος
ἐφυγραίνομαι
ἔφυγρος
ἐφυδάτιος
ἐφυδρεύω
ἐφυδριάς
ἐφυδρίς
View word page
Ἐφραίμ
Ephraim
ShortDef
Ephraim
Debugging
Headword:
Ἐφραίμ
Headword (normalized):
ἐφραίμ
Headword (normalized/stripped):
εφραιμ
IDX:
38860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38861
Key:
Data
{'content': 'Ephraim'}