Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐφόρασις
ἐφορατέον
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάομαι
ἐφορμάω
ἐφορμέω
ἐφορμή
ἐφόρμησις
ἐφόρμησις2
ἐφορμητικός
ἐφορμίζω
ἔφορμος
ἔφορμος2
ἔφορος
View word page
ἐφορμάομαι
rush upon

ShortDef

rush upon

Debugging

Headword:
ἐφορμάομαι
Headword (normalized):
ἐφορμάομαι
Headword (normalized/stripped):
εφορμαομαι
IDX:
38848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38849
Key:

Data

{'content': 'rush upon'}